Μπορεί το ποδόσφαιρο να είναι το δημοφιλέστερο και το πιο λαϊκό παιχνίδι, ωστόσο άθελα του ως κυρίαρχο κοινωνικό φαινόμενο είναι και τμήμα της πολιτικής και οικονομικής κυριαρχίας του ιμπεριαλισμού ταυτόχρονα και ο βασικός μοχλός πίεσης των ισχυρών μονοπωλιακών ομίλων και κρατών στα πλαίσια των ενδοιμπεριαλιστικών αντιθέσεων.
Σε επίπεδο εθνικών πρωταθλημάτων είναι ό «Πολιορκητικός Κριός» που χρησιμοποιεί το μεγάλο κεφάλαιο για να δημιουργήσει είτε ιδιωτικούς στρατούς (μοχλούς πίεσης στο αστικό κράτος που εδρεύει), κυρίως για το ποιος απ’ τα κομμάτια του θα ευνοηθεί περισσότερο στα πλαίσια των ενδοταξικών αντιθέσεων, για το ποιο απ’ τα κομμάτια του θα πάρει το μεγαλύτερο κομμάτι της πίτας σε εργολαβίες κλπ.
Ο βασικός παράγοντας του ρόλου του επαγγελματικού ποδοσφαίρου είναι η ίδια η φύση, το κέρδος και τα άλλα κέρδη που αυτό προσφέρει ως κοινωνικό φαινόμενο.
Με αφορμή του μουντιάλ, θα ξεδιπλώσουμε τις σκέψεις μας για τα αποτελέσματα, τους στόχους και τους σκοπούς της επαγγελματικοποιημένης φύσης του.
Στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο ο μοναδικός στόχος είναι η νίκη με κάθε τρόπο, αυτή που θα φέρει χορηγούς και θα έχει και πολιτικά αποτελέσματα στα φτωχά λαϊκά στρώματα σε προέδρους χωρών, ομάδων, μονοπωλιακών ομίλων στο ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα τελικά.
Οι σκοποί και οι στόχοι πηγάζουν μέσα απ' την επαγγελματικοποίηση του και είναι η σκοπιμότητα και το θέαμα . Οι εν λόγω ως παράγοντες αυτοί αποδοκιμάζουν τη φαντασία, τη συλλογικότητα, την ευγενή άμιλλα, τη δίψα για παιχνίδι που διαπαιδαγωγεί τον ίδιο το παίκτη και τον κάνει να γίνεται καλύτερος άνθρωπος.
Οι εν λόγω παράγοντες αναιρούν την ίδια τη τέχνη του ποδοσφαίρου και τέλος την επιστημονική του εξέλιξη σε τεχνικό επίπεδο, την τακτική, τη στρατηγική και το σχεδιασμό. Ο επαγγελματισμός, το «θέαμα» και η σκοπιμότητα, (η Σάρα η Μάρα και το κακό συναπάντημα δηλαδή), έχουν κάνει σημαία τους τη ντόπα , την απόλυτη εξειδίκευση του παίκτη, το σκληρό και απάνθρωπο ανταγωνισμό, το χωρίς αρχή και τέλος- ουσία και περιεχόμενο τρέξιμο, μόνο και μόνο για να καλυφθεί η ίδια η γύμνια του παιχνιδιού και να αποθεωθεί η αφέλεια και η βλακεία αυτού που δε ξέρει ούτε καν τα βασικά, τα μυστικά της μπάλας, αλλά διαφημίζει από τσίχλες έως και στρινγκ, ανάλογα με το χορηγό του, την μάρκα φανέλας η παπουτσιών που φοράει, αλλά και του βαθμού του ναρκισσισμού δηλαδή της "βλακείας" που του έχει επιβάλει ο κάθε λογής μάνατζερ.
Αυτού του είδους το ποδόσφαιρο δεν θέλει ολοκληρωμένες προσωπικότητες αλλά εργαλεία χειριστές και άβουλα πλάσματα που γίνονται αστέρες δηλαδή ήρωες που επιβάλουν το διαίρει και βασίλευε σκοτώνοντας το θεριό που είναι ο αντίπαλος από τα 50 μέτρα.
Αυτή η λογική όχι μόνο μετατρέπει τους ποδοσφαιριστές από παίχτες σε παλαιστές, και μαραθωνοδρόμους, στοχοπροσηλωμένους στη στρατιωτικοποίηση του ρόλου τους, χωρίς ίχνος φαντασίας, χωρίς ίχνος ανθρωπιάς. Σε αυτά τα δεδομένα ο παίκτης πρέπει να είναι μόνο στρατιώτης και όχι στρατιώτης και ταυτόχρονα στρατηγός, πρέπει να υπακούει μηχανιστικά και να μη διεκδικεί τη διαλεκτική του παιχνιδιού που είναι η αντανάκλαση της ίδιας της ζωής. Στις ποδοσφαιρικές ακαδημίες του καπιταλιστικού κόσμου,(εκτός τις Λατινικής Αμερικής, και της πρώην Ανατολικής Ευρώπης(λόγω της πρώην σοσιαλιστικής της φύσης) ο υποψήφιος ποδοσφαιριστής εξειδικεύεται μόνο σε ένα ρόλο και πέρα απ’ αυτό δε ξέρει να κάνει τίποτα άλλο, κυρίως όμως γίνεται προσπάθεια να μην είναι και να μη γίνει ποτέ ολοκληρωμένη προσωπικότητα Ο εύελπις ποδοσφαιριστής μαθαίνει άριστα τη θέση για την οποία τον χτίζουν. Τον υποβάλλουν σε απίστευτες λιπομετρήσεις έως και μελλοντικές προβλέψεις του σωματότυπου που θα αποκτήσει για να προωθηθεί στη τάδε η στη δείνα θέση, πόσα εκατοστά άλμα θα έχει, πόση θα είναι η διάμετρος του μηρού, και άλλα τέτοια επιστημονικοφανή αλλά άκρως αντιεπιστημονικά Στην «εξέλιξη» του, συμμετέχουν από εργοθεραπευτές, γυμναστές, κινησιοθεραπευτές, διατροφολόγοι, μέχρι και υποψήφιες νύφες, κάθε λογής άσχετοι με το ποδόσφαιρο πλην των προπονητών. Εδώ το ζητούμενο είναι να μη «παρεκκλίνει» τίποτα που θα κάνει κακό στο μηχανιστικό προγραμματισμό που του καταστρέφει και την υγεία και τη ζωή και τη φαντασία, αλλά αναπτύσσει τα κέρδη τις επιρροές αγορών μέσω του θεάματος και του αποτελέσματος Σε ένα παιδί 10-15 ετών το χειρότερο απ’ όλα είναι πως δε ζει την ηλικία του, ποδηγετείται σε ρομπότ και τέλος δε βλέπει το ποδόσφαιρο σαν παιχνίδι. Τον προορίζουν για παράδειγμα στη θέση το κόφτη στο κέντρο, τόσο καλά, που αν στη πορεία του παιχνιδιού αν βρεθεί σε μια άλλη θέση για παράδειγμα στη θέση του κεντρικού χαφ, η στη θέση του κεντρικού επιθετικού να χάσει τα αυγά και τα πασχάλια, να τα κάνει όλα καφέ και ζάχαρη η σαλάτα. Να πιστεύει πως βρίσκεται σε άλλο πλανήτη γιατί πολύ απλά δε θα ξέρει το βασικό τη μπάλα. Δε θα λειτουργεί η φαντασία ο σχεδιασμός και ο προσανατολισμός του στον αγωνιστικό χώρο, και αν κάνει ένα λάθος τότε μαύρο φίδι που τον έφαγε, λες και το λάθος δεν είναι στοιχείο της ανθρωπότητας που θα μας οδηγήσει στο σωστό;
Αυτή η λογική αποπνέει και ένα άλλο επικίνδυνο μήνυμα το οποίο έρχεται κατ ευθείαν μέσα απ’ τις οργανωμένες θύρες, τους αθλητικούς δημοσιογράφους και τους manager, που μιλάει κατ ευθείαν στον εκφασισμό της κοινωνίας, «πληρώνεσαι φίλε; Είσαι υποχρεωμένος και να πεθάνεις για την ομάδα» την επιχείρηση λέμε εμείς. Αυτή η μορφή εκφασισμού μιλάει κατευθείαν στις εργασιακές σχέσεις και ο παίκτης γίνεται άθελα του η περιφερόμενη αρκούδα που πρέπει , εφόσον πληρώνετε να χορεύει στο ρυθμό του εργοδότη και να μη διεκδικεί ποτέ.
Η γνώση μας γύρω και μέσα απ το αντικείμενο, είναι τεράστια χωρίς καθόλου να θέλουμε να ευλογήσουμε τα γένια μας, η να περιαυτολογήσουμε εξάλλου με τον αθλητισμό ομαδικό και ατομικό, οργανωμένο(κυρίως) και ανοργάνωτο σε διάφορα αθλήματα όπως το μπάσκετ, το ποδόσφαιρο στα ομαδικά και η κολύμβηση, η ποδηλασία και οι πολεμικές τέχνες στα ατομικά μας έμαθαν πολλά πράγματα. Σας λέμε μόνο τούτο. Πως το «όπιο των λαών», (στη περίοδο του ιμπεριαλισμού), εκτός από «όπιο» είναι και παιχνίδι και όχι άθλημα όπως ο στίβος η όπως το τένις, εξάλλου σύμφωνα και με τη σύγχρονη επιστημονική θεώρηση και γνώση, ουδέποτε κανένα ομαδικό άθλημα ήταν στη πραγματικότητα μόνο άθλημα, οι αρχές του ήταν βασικά αρχές παιχνιδιού, για ρωτήστε τους ξιπασμένους(όπως έχουν δημιουργήσει και διαπαιδαγωγήσει πρωταθλητές του στίβου), αν θεωρούν αθλήματα τα ομαδικά.
Ειδικά το ποδόσφαιρο και η καλαθοσφαίριση απ’ τη γέννηση τους είναι περισσότερο παιχνίδια παρά αθλήματα, μιας και γεννήθηκαν πάνω στην αδήριτη ανάγκη του ανθρώπου να γεμίσει δημιουργικά και με φαντασία τον χρόνο του, να μάθει να δίνει και να παίρνει να νικάει και να χάνει μέσα στα παιχνίδια αυτά. Να καταστρώνει τακτικές και στρατηγικές, και να οπλίζει την αδυναμία του πότε με τη συλλογικότητα, πότε με τη διαβολεμένη φαντασία και πότε με τις χορευτικές ατομικές προσπάθειες που όμως υποβάλλονται μέσα στο σύνολο και για το σύνολο και ποτέ εκτός αυτού. Όλα αυτά είναι οι κανόνες και όχι οι κανονισμοί ενός παιχνιδιού όπως του ποδοσφαίρου, που δε μοιάζει ούτε με τη σφαιροβολία, ούτε με το στιπλ, ούτε με το δέκαθλο, ούτε καν με τα σπριντ των 100-200-400 μέτρων, που απαιτούν σωματική κόπωση και ρώμη, πράγματα που στο ποδόσφαιρο δε χρειάζονται, να σας θυμίσουμε τη κορμοστασιά του μεγαλύτερου ποδοσφαιριστή όλων των εποχών, του Ντιέγκο Μαραντόνα; Κοντός και ευτραφής, όπως οι περισσότεροι καλλιτέχνες του ποδοσφαίρου Κάποιοι απ αυτούς μπορεί να μην ήταν τόσο ευτραφείς, σίγουρα όμως είχαν παραπάνω κιλά απ’ αυτά που θέτει το σύστημα.
Παίχτες καλλιτέχνες όπως οι παρακάτω έπαιζαν σήμερα δε θα αποτελούσαν ποτέ πρότυπα σε προπονητές όπως ο Μουρίνιο. Παίκτες όπως οι Κήγκαν, Ρομάριο, Σάντσεζ, Μπλαχίν, Προτάσοφ, η οι δικοί μας Χατζηπαναγής, Κωφίδης, Αναστόπουλος, και Καραπιάλης του παρελθόντος δε θα είχαν καμία θέση στα πλάνα του, τέτοιοι οδοστρωτήρες του ποδοσφαίρου αρκούνται σε ρομπότ που δεν έχουν καμία αντικειμενική σχέση με το ποδόσφαιρο, ενώ οι τελευταίοι δεν φέρουν και κάποια ευθύνη γι αυτό.
Όλα αυτά καταδείχνουν ως ένα ορισμένο βαθμό τι είναι η τέχνη του ποδοσφαίρου, που στην κυρίαρχη ιδεολογία όχι μόνο δεν υπάρχει, αλλά ακόμα και να υπάρχει γίνονται προσπάθειες κατακερματισμού της, πότε με την απεχθή πρώην Γερμανική σχολή [(το ποδόσφαιρο είναι για "άμπαλους" ντοπαρισμένους δεκαθλητές) και ευτυχώς που η ομάδα του Ιωακείμ Λεμ δεν είναι αυτή], πότε με την «ανισόρροπη» Αγγλική σχολή των σουτέρ απ’ το κέντρο του γηπέδου χωρίς να υπάρχει ούτε η απαραίτητη τεχνική στο ζύγισμα του ποδιού, ούτε φυσικά το σημάδι που και αυτό είναι τεχνική και τέχνη μαζί(απ' ότι φαίνεται τα ο Φάμπιο Καπέλο μόνο στα προκριματικά κατάφερε να πείσει πως η μπάλα δεν είναι σέντρες. Οι Άγγλοι και Γερμανοί όχι μόνο δε μπορούν να τριπλάρουν μέσα σε τηλεφωνικό θάλαμο,(ούτε μόνοι τους και χωρίς αντίπαλο δε μπορούν να το κάνουν), και όταν το κάνουν είτε η μπάλα μένει πίσω και αυτοί συνεχίζουν να τρέχουν),είτε πέφτουν στο χόρτο ζητώντας πέναλτι. Δεν θεωρούμε την ντρίπλα το παν εξάλλου δεν είναι και πάνω από μια με δυο δεν χρειάζεται, αλλά είναι ένα από τα βασικότερα χαρακτηριστικά του ποδοσφαίρου, δείχνει αν ξέρεις η δεν ξέρεις μπάλα. Δε ξέρουν τι είναι η κλειστή ντρίπλα στην άμυνα ζώνης και πως έτσι μόνο θα ξεπεράσουν το εμπόδιο ενός φαινομενικά αδιαπέραστου τοίχους από σώματα ούτως ώστε να τα τραβήξουν πάνω τους και να δώσουν πάσα μέσα από την κλειδαρότρυπα σε κάποιο «αμαρκάριστο» συμπαίκτη τους κάνοντας το γκολ εύκολη υπόθεση. Οι εν λόγω ποδοσφαιρικές σχολές είναι ικανές να σεντράρουν 180 φορές επί 90 λεπτά ψάχνοντας το κεφάλι του όποιου Κράουζε η να πραγματοποιήσουν ανάλογα σουτ με 200χλμ/ώρα, από τον όποιο Τσβαϊσταϊγκερ, γιατί αυτό είναι τους έμαθαν να κάνουν και αντικειμενικά είναι η δεύτερη ποδοσφαιρική του φύση. Προσπαθούν να κάνουν όσο περισσότερα άτεχνα σουτ απ, όπου μπορούν,όπως μπορούν μπορούν, εκμεταλλευόμενοι τις κόντρες, μπας και παραβιάσουν την εστία ενός τερματοφύλακα, αλλά αν βρεθεί ένας Μπουφόν, η ένας Τσέχ μπροστά τους πέφτουν σε τοίχο.
Η διαφορά ανάμεσα στις "βεντέτες" Άγγλους και στους "ταπεινούς" Γερμανούς είναι οι δυο εξής: α)Ότι οι δεύτεροι εξελίσσονται και πειθαρχούν, κανείς δεν είναι πάνω από την ομάδα και β) Ακόμα και όταν χάνουν με μεγάλα σκορ, δεν τα χάνουν και συνεχίζουν να παίζουν όπως όταν θα νικούσαν, δηλαδή δεν είναι ομάδα ψυχολογίας, αυτοί οι δυο παράγοντες είναι που τους βοηθάνε να προχωρούν.
Στο κατακερματισμό του ποδοσφαίρου έχουμε άλλη μια σχολή (που λέει πως το ποδόσφαιρο είναι σόου και θέαμα χωρίς φαντασία τακτική και στρατηγική που υποτάσσει την ομαδικότητα στη σάμπα η στο καποέϊρα), όπως το κάνουν συστηματικά οι Βραζιλιάνοι από το 1994 και μετά. Αυτές οι τρεις σχολές είναι και η αχίλλειος πτέρνα του ποδοσφαίρου, και μάλιστα στην εποχή που το θανατηφόρο βέλος είναι οι πολυεθνικές και ο επαγγελματισμός τότε τα πράγματα παίρνουν μία βίαιη τροπή. Και λέμε απ το ’94 και μετά γιατί το Βραζιλιάνικο ποδόσφαιρο υποτάχθηκε στη ξενική για αυτό σχολή της Nike με χορευτικά που αποθεώνουν τον ατομικισμό. Όταν το Βραζιλιάνικο ποδόσφαιρο έπαψε να βγάζει Σώκρατες, Έντερ, Φαλκάο, ακόμα και Καρέκα, Ρομάριο, Ζιοβάνι και Ρονάλντο στα καλά του φυσικά, τότε ακριβώς έχασε τη ταυτότητα του τη διεισδυτικότητα του και τη προσωπικότητα του , έγινε μια γραφική παράσταση τίτλων και χορηγών Δεν είναι τυχαίο ότι η Βραζιλία του '82 που είχε και τις καλύτερες ομάδες της ιστορίας της δεν πήρε κανένα τίτλο και ήταν σχετικά ανυπόληπτη γιατί δεν είχε κύριο χορηγό της τη Nike αλλά την εγχώρια Τopper και θύμιζε περισσότερο διαφημιστικό τρικ. Ήταν η εποχή που η Αργεντινή(η μεγαλύτερη ποδοσφαιρική σχολή του πλανήτη μαζί με την Ολλανδία και την πρώην ΕΣΣΔ) παρουσίασαν την σύμφυση του τεχνικού, ομαδικού και δυναμικού ποδοσφαίρου .
Το μουντιάλ του 2010 δεν έχει σημασία ποιος θα το πάρει αν το πάρει κάποιος τελικά. Εμάς δε μας ενδιαφέρουν ούτε τα παραποδοσφαιρικά, όπως δε μας ενδιέφεραν ποτέ τα παραπολιτικά στη πολιτική. Μπορεί από το 2008 το ποδόσφαιρο να αναγεννήθηκε στο Euro 2008, όσο μπορεί να αναγεννηθεί σε αυτό το σύστημα που τα πάντα υποτάσσονται στο θέαμα και στη σκοπιμότητα, ωστόσο όμως η Λατινική Αμερική, η Αφρική και η πρώην Ανατολική Ευρώπη γεμίζουν τις ομάδες των δισεκατομμυρίων ευρώ με νέα ταλέντα στα γήπεδα της γηραιάς Ηπείρου, δυστυχώς με όρους καπιταλισμού σκληρής και απάνθρωπης εκμετάλλευσης.
Μπορεί σήμερα να μην υπάρχει η Ολλανδία του 1988 και η ΕΣΣΔ του 1986-1990), αλλά υπάρχει η Αργεντινή και δεν είναι τυχαίο, πως σε αυτές και στις τρεις ομάδες υπήρχαν ο πιο μεγάλοι προπονητές στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο, οι μακαρίτες Ρίνους Μίχελς και Βαλερύ Λαμπανόφσκυ, και ο εν ζωή Πέκρεμαν(παιδιά του είναι όλοι οι παρακάτω), δηλαδή μερικοί απ’ τους μεγαλύτερους μπαλαδόρους που παίζουν σήμερα όπως οι Τέβες, Μέσσι, Ροντρίγκες, Αγκουέρο, Ματσεράνο, πραγματικά μεγάλοι μπαλαδόροι.
Κλείνοντας να πούμε πως η σημερινή Γερμανία(που δεν έχει σχέση με το κλασσικό και απεχθές γερμανικό ποδόσφαιρο) και η Αργεντινή που θα αναμετρηθούν μεταξύ τους το Σάββατο είναι οι καλύτερες ομάδες του μουντιάλ μαζί με τις Ουρουγουάη και Παραγουάη, ομάδες πραγματικές, για την Ισπανία που επίσης θα είναι μεγάλη ομάδα το επόμενο διάστημα δεν θα μιλήσουμε ακόμη, άσχετα αν πάρει το μουντιάλ αυτό. Η Ισπανία θα αποτέλεσει ένα ξεχωριστό κεφάλαιο για τα επόμενα χρόνια σε όλη την εως τότε ιστορία του Ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου, αλλά όσο μεγάλη ομάδα και γίνει(για μας θα είναι η συνέχεια της Ουγγαρίας του Πούσκας, της Ολλανδίας του Κρόιφ και της Σοβιετικής Ένωσης του Λομπανόφσκι), θα το κάνει σε πατήματα που έχουν ξαναγίνει και θα είναι ένα μείγμα Αργεντίνικου, Ολάνδικού και Σοβιετικού ποδοσφαίρου, αλλά αυτά στο μέλον και με βάση πάντα την Μπαρτσελόνα.
Η Νάσιοναλ Μανσαϊφ πλέον δεν είναι η Γερμανία που μέχρι χτες ξέραμε, είναι ένας πολυεθνικός καμβάς που συγκεντρώνει τα πάντα, τους «άμπαλους» αλλά πειθαρχημένους Γερμανούς, και τους υπόλοιπους τεχνητές και γνώστες τις μπάλας μετανάστες που έχουν προσδώσει την τεχνική σε μια ομάδα που είναι δημιούργημα του Λεμ, του ίσως μαζί με το Μαραντόνα πιο ιδιόμορφων προπονητών(γι αυτό και ωραίων)του μουντιάλ, κρίμα που τα έφεραν έτσι οι κληρώσεις και δεν είναι αυτός ο τελικός.
Όσον αφορά το πρώτο φαβορί για μας την Ολλανδία(λόγω της σχέσης που έχουν με τον Ολλανδικό εθνικισμό και τις ακόμα και σήμερα αποικιοκρατικές σχέσεις τους με τη Νότια Αφρική), είναι η χειρότερη Ολλανδία που έχουμε δει μέχρι σήμερα και γι αυτό η Ρωσία τη φόρτωσε με 3 αντί για 7 γκολ στο προηγούμενο Euro.
Τέλος σε αυτό μουντιάλ διαφάνηκε πως το Ευρωπαϊκό Ποδόσφαιρο σε επίπεδο εθνικών ομάδων δηλαδή σε επίπεδο υποδομών βρίσκεται σε φθίνουσα πορεία(δεν είναι τυχαίο πως η λίγκα με τις περισσότερες ομάδες στους 16 είχε μόλις πέντε αντιπροσώπους) και η ομάδες που μας άρεσαν από την γηραιά Ήπειρο ήταν η Σλοβακία και η Σλοβενία που συνέχισαν την ποιοτική παράδοση του ποδοσφαίρου της Ανατολικής Ευρώπης ακόμα και σε μέρες που η καπιταλιστική ανάπτυξη σε αυτές είναι ο κανόνας.